
Κλέοβις και Βίτων ή Διόσκουροι
Τα δυο μνημειακά αρχαϊκά αγάλματα βρέθηκαν κατά την διάρκεια των αρχαιολογικών ερευνών κατά το 1893-94 κοντά στο Θησαυρό των Αθηναίων. Οι δύο νέοι, που πιθανόν στέκονταν δίπλα δίπλα, αποδίδονται γυμνοί στον τύπο του κούρου και παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα. Προβάλλουν το αριστερό πόδι, ενώ τα χέρια τους, λυγισμένα στους αγκώνες, είναι σφιγμένα σε γροθιές και εφάπτονται στους μηρούς. Με δυναμική διάπλαση αποδίδεται το σώμα και οι ανατομικές λεπτομέρειες. Τα μαλλιά σχηματίζουν ελικοειδείς βοστρύχους πάνω από το μέτωπο και πέφτουν σε κυματιστούς πλοκάμους στους ώμους και τη πλάτη. Τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια επιστέφονται από τοξωτά φρύδια, ενώ στο πρόσωπο διακρίνεται συγκρατημένο χαμόγελο. Στα πόδια φορούσαν υποδήματα, από τα οποία διακρίνονται οι ψηλές σόλες (κατύμματα). Οι μορφές πατούν σε ξεχωριστές πλίνθους, αλλά προέρχονται από ενιαίο βάθρο. Σύμφωνα με την επιγραφή που σώζεται αποσπασματικά στην πλίνθο του ενός αγάλματο πρόκειται για έργο του Αργείου γλύπτη Πολυμήδη και ήταν για αφιέρωμα των Αργείων στον Απόλλωνα. Πιθανολογείται ότι τα αγάλματα ανατέθηκαν στους Δελφούς γύρω στο 580 π.Χ. και θεωρούνται χαρακτηριστικό δείγμα της αρχαϊκής γλυπτικής των Πελοποννησιακών εργαστηρίων.
Ερμηνεία
Κατά μία παλαιότερη ερμηνεία τα αγάλματα απεικόνιζαν τον Κλεόβι και τον Βίτωνα, που κατάγονταν από το Άργος και ήταν γιοι ιέρειας της Ήρας. Σύμφωνα με αρχαία παράδοση που καταγράφει ο Ηρόδοτος, τα δύο αδέλφια πήραν τη θέση των βοδιών και έσυραν οι ίδιοι το άρμα, μεταφέροντας τη μητέρα τους κατά την εορτή των Ηραίων από το Άργος στο ιερό της Ήρας. Εκείνη τότε παρακάλεσε τη θεά να ανταμείψει τα παιδιά της για την δύναμη και την αφοσίωση τους με το μεγαλύτερο αγαθό που μπορούσε να επιθυμήσει θνητός και η Ήρα τους χάρισε έναν ήρεμο θάνατο στον ύπνο τους.
Η νεότερη, ωστόσο, ερμηνεία που βασίζεται σε προσεκτικότερη ανάγνωση της επιγραφής FΑΝΑΚΩΝ, δηλαδή «των βασιλέων» ή «κυρίων», οδήγησε στην ταύτισή τους με τους Διόσκουρους, τους γιους του Δία και της Λήδας και αδελφούς της Ωραίας Ελένης. Ως «Άνακες» δέχονταν τιμές στο Άργος ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης.
Ανεξάρτητα από την ταύτισή τους, πάντως, τα χαρακτηριστικά τους είναι ενδεικτικά του αργίτικου εργαστηρίου. Ο κορμός και οι βραχίονες είναι κάπως βραχείς, ενώ αντίθετα το στήθος βρίσκεται ψηλά και ο θώρακας τονίζεται από μια εγχάρακτη γραμμή. Το κεφάλι είναι σχεδόν κυβικό και το πλατύ πρόσωπο πλαισιώνεται από βοστρύχους που θυμίζουν τα δαιδαλικά αγάλματα. Η όλη απόδοση είναι πιο «βαριά» και στιβαρή από ό,τι στα έργα των αττικών και ιωνικών (νησιωτικών) εργαστηρίων.
Πηγή: Delphi.culture.gr